Articles by "Αρχαιότητα"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαιότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news

Με ποιο σκεπτικό οι αρχαίοι Έλληνες ονόμασαν τους πλανήτες

Όλοι ξέρουμε τους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος οι οποίοι συντροφεύουν τη Γη μας στο αένανο ταξίδι της γύρω από τον ήλιο. Αφροδίτη, Άρης, Δίας, Κρόνος, Ποσειδώνας, Ερμής, Ουρανός.

Όλοι έχουν ονόματα θεοτήτων οι οποίες προέρχονται από την Αρχαία Ελλάδα.

Πώς όμως ο καθένας από αυτούς πήρε το συγκεκριμένο όνομα;
Πώς πήραν τα ονόματά τους οι πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος;

Χιλιάδες χρόνια πριν, πάρα πολλοί πολιτισμοί άρχισαν να παρατηρούν τον ουρανό και να μελετούν τα ουράνια σώματα. …

Όπως είναι φυσικό, αφού μιλάμε για ουρανό, κάθε τέτοιο σώμα ονομαζόταν με το όνομα κάποιας θεότητας αλλά όχι τυχαία. Ακόμη και σήμερα, η Παγκόσμια Αστρονομική Ένωση (ΙΑU) η οποία είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την ονοματοδοσία νέων πλανητών και σωμάτων που ανακαλύπτονται, αποδέχτηκε τις αρχαίες ονομασίες.

1. Αφροδίτη (Venus)

Σαν πλανήτης, κάθε άλλο παρά με τη θεότητα της ομορφιάς και του έρωτα μοιάζει. Στην ατμόσφαιρά της αναπτύσσονται τεράστιες θερμοκρασίες, η ατμοσφαιρική πίεση είναι 90 φορές μεγαλύτερη από της Γης, και είναι καλυμμένη συνεχώς από ένα σύννεφο κοσμικής σκόνης. Εκεί όμως οφείλεται και το όνομά της. Το σύννεφο αυτό αντανακλά το ηλιακό φως στο διάστημα, κάνοντας έτσι την Αφροδίτη, το τρίτο λαμπρότερο ουράνιο σώμα, μετά τον Ήλιο και τη Σελήνη, που φαίνεται από τη Γη. Αυτή της η λαμπρότητα, ειδικά κατά το ξημέρωμα, ενέπνευσε τους Ρωμαίους να ονομάσουν τον πλανήτη Venus (Αφροδίτη). Αφιέρωση στην πιο λαμπρή και όμορφη θεά.

2. Ερμής (Mercury)

Η πρώτη καταγραφή που έχουμε για τον πλανήτη αυτό, είναι από τον 14ο αιώνα π.Χ. όπου και περιγράφεται ως «ο πλανήτης που χοροπηδάει». Οι Αρχαίοι Έλληνες τον ονόμασαν Ερμή, προς τιμήν του φτεροπόδαρου θεού-αγγελιαφόρου, ονομασία που αργότερα υιοθέτησαν και οι Ρωμαίοι (Mercury). O Ερμής, είναι όντως ο πιο «γρήγορος» πλανήτης στο ηλιακό μας σύστημα. Ολοκληρώνει την περιστροφή του γύρω από τον Ήλιο σε μόλις 88 ημερολογιακές ημέρες, ενώ κινείται με ταχύτητα 50 km/sec γρηγορότερα από τους υπόλοιπους πλανήτες.

3. Δίας (Jupiter)

Για τον πλανήτη Δία, η εξήγηση είναι πολύ εύκολη. Είναι ο μεγαλύτερος πλανήτης του ηλιακού συστήματος. Η μάζα του είναι μεγαλύτερη από το σύνολο των μαζών όλων των υπολοίπων και σε τροχιά γύρω του, βρίσκονται 67 φεγγάρια. Λογικά λοιπόν οι Αρχαίοι Έλληνες αστρονόμοι του έδωσαν το όνομα του βασιλιά των θεών και οι Ρωμαίοι φυσικά συμφώνησαν (Jupiter).

4. Άρης (Mars)

Και εδώ τα πράγματα είναι απλά. Ο οξειδωμένος σίδηρος στην επιφάνεια του πλανήτη, σε συνδυασμό με τη «σκονισμένη» του ατμόσφαιρα, του προσδίδουν ένα κόκκινο χρώμα το οποίο μοιάζει με αίμα. Αίμα έχουμε στους πολέμους και θεός των πολέμων ήταν ο θεός Άρης. Ο δεύτερος σημαντικότερος θεός για τους Ρωμαίους μετά το Δία.

5. Κρόνος (Saturn)

Ο Κρόνος, ήταν ο πιο απομακρυσμένος από τους πλανήτες ο οποίος είχε παρατηρηθεί στα αρχαία χρόνια. Είναι ο πλανήτης που επιτρέπει τη μεγαλύτερη διάρκεια παρατήρησής του από όλους τους άλλους, καθώς λόγω της απόστασής του φαίνεται να κινείται πολύ αργά. Για το λόγο αυτό, οι Αρχαίοι Έλληνες του έδωσαν το όνομα του πατέρα του Δία, ο οποίος ήταν παράλληλα και ο πρώτος θεός αφιερωμένος στη αλλά θεωρούνταν και ο διαχειριστής του χρόνου (Κρόνος) και των εποχών που είναι πολύ σημαντικό για τις καλλιέργειες. Για τους Ρωμαίους, ήταν απλά ο πατέρας του Δία (Saturn).

6. Ουρανός (Uranus)

Ανακαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα, μόλις το 1781, από τον Άγγλο αστρονόμο Sir William Herschel. Εκείνος τον ονόμασε αρχικά «Georgium Sidus» (Το αστέρι του Γεώργιου), προς τιμήν του Βασιλιά Γεωργίου του 3ου. Θεωρούσε πως στη σύγχρονη εποχή που ζούσε, δεν επιτρεπόταν να επιλέγονται ονόματα αρχαίων θεοτήτων. Τελικά, επικράτησε η ονομασία που έδωσε ο Γερμανός αστρονόμος Johann Elert Bode, ο οποίος επαναπροσδιόρισε την τροχιά του νέου πλανήτη. Επέλεξε το όνομα «Ουρανός», προς τιμήν του πατέρα του Κρόνου και κυρίου του ουρανού.

7. Ποσειδώνας (Neptune)

Είναι ο μοναδικός πλανήτης, ο οποίος δεν ανακαλύφθηκε με παρατήρηση, αλλά μέσω μαθηματικών υπολογισμών. Ο Άγγλος μαθηματικός και αστρονόμος John Couch Adams σε συνεργασία με τον Γάλλο συνάδελφό του Urbain Le Verrier. Οι δύο τους, μελετούσαν την τροχιά του πρόσφατα ανακαλυφθέντος Ουρανού, και διαπίστωσαν παρεκκλίσεις σε αυτή οι οποίες δικαιολογούνταν μόνο με την ύπαρξη κοντά του ενός ακόμη ουρανίου σώματος. Βασισμένος σε αυτά τα στοιχεία, ο Γερμανός αστρονόμος Johann Galle, ανακάλυψε το 1846 ένα νέο πλανήτη, επιβεβαιώνοντας τη θεωρία των Adams και Le Verrier.
Αρχικά ο Galle, πρότεινε ο πλανήτης να ονομαστεί La Verrier, προς τιμήν του Γάλλου συναδέλφου του, κάτι το οποίο δεν δέχθηκε η διεθνής αστρονομική κοινότητα της εποχής. Τελικά ο ίδιος ο Γάλλος έδωσε τη λύση, προτείνοντας το όνομα «Ποσειδώνας». Λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε Μεθάνιο που έχει η ατμόσφαιρα του πλανήτη, αυτός αποκτά το γαλάζιο χρώμα της θάλασσας, οπότε η ονομασία του αρχαίου θεού των θαλασσών ταίριαζε απόλυτα.

8. Γη (Earth)

Για χιλιάδες χρόνια, ο άνθρωπος δε θεωρούσε τη Γη ως πλανήτη, αλλά το κέντρο του σύμπαντος όπου τα πάντα κινούνταν γύρω από αυτή. Οι Έλληνες την ονόμασαν Γη, από τη Γαία η οποία προϋπήρχε με το Χάος και τον Έρωτα-Φάνη στη δημιουργία του Κόσμου. Η Γαία, στο επίπεδο της Κοσμογονίας, συμβολίζει την υλική πλευρά του Κόσμου και όχι μόνο τη Γη.
Το Earth, προέκυψε κατά τον 17ο αιώνα, όταν ο άνθρωπος ανακάλυψε πως κατοικεί σε πλανήτη που περιστρέφεται μαζί με τους υπόλοιπους γύρω από τον Ήλιο. Και ενώ για όλους τους πλανήτες επιλέχθηκαν ονόματα θεοτήτων, για αυτόν που μας φιλοξενεί, επιλέχθηκε το, μάλλον ρηχό Earth, το οποίο προέρχεται από την αγγλοσαξονική λέξη «ear», που σημαίνει «πέτρα».

9. Πλούτωνας (Pluto)

Είναι ο πιο πρόσφατα ανακαλυφθείς και ο μικρότερος από όλους. Τόσο μικρός που αρκετοί υποστηρίζουν πως δεν είναι καν πλανήτης. Όπως και να έχει, η ανακάλυψή του, οφείλεται στον Αμερικανό μαθηματικό και αστρονόμο Percival Lowell, ο οποίος μέσω μαθηματικών υπολογισμών, προέβλεψε την ύπαρξη του. Η θεωρία του επιβεβαιώθηκε 14 χρόνια μετά το θάνατό του, το 1930, όταν και εντοπίστηκε από το αστεροσκοπείο Lowell της Αριζόνα.
Η είδηση έκανε το γύρω του κόσμου, και το αστεροσκοπείο δέχθηκε πάνω από 1000 προτάσεις με ονόματα για το νέο πλανήτη. Τελικά κέρδισε η πρόταση μιας 11χρονης, η οποία ήταν λάτρης της Ελληνικής μυθολογίας. Πρότεινε το όνομα Πλούτωνας, με το σκεπτικό, πως ενώ οι επιστήμονες γνώριζαν ότι υπάρχει, ήταν για πολλά χρόνια «αόρατος» από τις παρατηρήσεις, όπως και ο θεός του κάτω κόσμου.

via
Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news

 ΑΔΩΝΕΙΑ: Το «Πάσχα» Αρχαίων Ελλήνων και ο Επιτάφιος Αδώνιδος

Ο εορτασμός του Θανάτου και της Ανάστασης της Φύσης
από τους αρχαίους Έλληνες

και η άμεση αντιγραφή τους
στα έθιμα του χριστιανικού Πάσχα.

Ανατρέχουμε στην ιστορία ενός θεού της Αρχαιότητας και στον τρόπο με τον οποίο εορτάζονταν ο πρόωρος θάνατός του, καθώς κι η ανάστασή του, μια και παρουσιάζει ομοιότητες ο τρόπος με τον οποίο οι χριστιανοί γιορτάζουν τα Πάθη και την Ανάσταση του Ιησού.

Ο θάνατος του Άδωνη

Προς τιμή του Άδωνη, κάθε χρόνο, την άνοιξη κατά την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία, στην κυρίως Ελλάδα, εορτάζονταν τα «Αδώνια», γιορτή στην οποία έπαιρναν μέρος μόνο γυναίκες.
Η πρώτη ημέρα των Αδωνίων ονομάζονταν «Αφανισμός» και ήταν ημέρα πένθους για το θάνατο του θεού.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδωνις ότι ήταν ένας πανάρχαιος θεός, γιος του Κινύρα και της κόρης του Μύρρας, ένας ωραίος νέος, αγαπημένος της Αφροδίτης.
Η Αφροδίτη, «τιμωρώντας» τη Σμύρνα ή Mύρρα (μετέπειτα μητέρα του Αδώνιδος), την έκανε να νιώσει μεγάλο έρωτα για τον Kινύρα, τον οποίο και παραπλάνησε, προκειμένου να ικανοποιήσει τον έρωτά της.
Καρπός αυτής της ενώσεως υπήρξε ο Άδωνις, ο οποίος ήταν πολύ όμορφος από τη νηπιακή του ακόμα ηλικία.
Η θεά τον έκρυψε μέσα σε μία λάρνακα (κιβώτιο) (σημείωση: στην Κύπρο υπάρχει η πόλη Λάρνακα), που την έδωσε στην Περσεφόνη προς φύλαξη.

ΑΔΩΝΕΙΑ: Το «Πάσχα» Αρχαίων Ελλήνων και ο Επιτάφιος Αδώνιδος
Αφροδίτη και Άδωνις
Ωστόσο, άλλη εκδοχή του μύθου, μας λέει ότι ο Kινύρας ήταν πατέρας της Σμύρνας. Όταν ανακάλυψε ότι παραπλανήθηκε και έσμιξε με την κόρη του, γεμάτος οργή και αποτροπιασμό την κυνήγησε για να τη σκοτώσει. Η Σμύρνα κατάφερε να ξεφύγει και έτρεξε προς τα βουνά. Εκείνος την πρόλαβε, σήκωσε το σπαθί του και ήταν έτοιμος να της πάρει το κεφάλι, αλλά η Αφροδίτη, παρεμβαίνοντας, πρόλαβε και μεταμόρφωσε τη Σμύρνα στο ομώνυμο φυτό. Καθώς το σπαθί συνέχισε την πορεία του και έκοψε την ήδη μεταμορφωθείσα σε φυτό Σμύρνα, ξεπετάχτηκε από τον κορμό της ο Άδωνις. Τον πήρε τότε η θεά και τον παρέδωσε στην Περσεφόνη μέσα σε μία λάρνακα, όπως προαναφέρθηκε. Όταν η Περσεφόνη άνοιξε το κιβώτιο και αντίκρισε την ομορφιά του μωρού, αποφάσισε μυστικά να μην επιστρέψει ξανά τον Άδωνη. Έτσι, όταν ο Άδωνις ενηλικιώθηκε, η Περσεφόνη, ερωτευμένη μαζί του, αρνήθηκε να τον αποχωριστεί. Η τελευταία κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο, όπου έμενε η Περσεφόνη μαζί με τον Άδη, για να λυτρώσει τον αγαπημένο της από την κυριαρχία του θανάτου.
Η θεϊκή «διαμάχη» που προέκυψε μεταξύ της θεάς του Έρωτα και της θεάς του Θανάτου, ρυθμίστηκε από τον Δία ως εξής: Ο Άδωνις να μένει το ένα τρίτο του χρόνου στον Κάτω Κόσμο με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο του χρόνου να μένει στον Επάνω Κόσμο με την Αφροδίτη, και το απομένον τρίτο, όπου διάλεγε εκείνος. Η Αφροδίτη χρησιμοποιώντας τη μαγική της ζώνη στην οποία δεν μπορούσε κανείς να αντισταθεί, κατάφερε να της αφιερώσει την επιλογή του.
Έτσι, ο Άδωνις περνούσε τα δύο τρίτα του χρόνου με την Αφροδίτη και το ένα τρίτο με την Περσεφόνη. Τελικά, μετά από χρόνια, κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού, ο Άρης, τυφλωμένος από ζήλεια, μεταμορφώνεται σε αφηνιασμένο κάπρο και σκοτώνει τον Άδωνη. Η Αφροδίτη θρήνησε πικρά τον αγαπημένο της. Από το αίμα του Αδώνιδος πρόβαλαν για πρώτη φορά από το χώμα τα κόκκινα ρόδα – τριαντάφυλλα, ενώ από τα δάκρυα της θεάς φύτρωσαν οι ανεμώνες. Η Αφροδίτη παρακάλεσε την Περσεφόνη να αφήνει τον Άδωνη να ανεβαίνει στη γη. Η Περσεφόνη δέχθηκε και ο Άδωνις ανεβαίνει στη γη και μένει έξι μήνες με την Αφροδίτη, ενώ τους υπόλοιπους έξι μήνες μένει με την Περσεφόνη.
  • Προς τιμή του Άδωνη κάθε χρόνο, την άνοιξη κατά την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία, στην κυρίως Ελλάδα, εορτάζονταν τα «Αδώνια», γιορτή στην οποία έπαιρναν μέρος μόνο γυναίκες.

Η πρώτη ημέρα των Αδωνίων ονομάζονταν «Αφανισμός» και ήταν ημέρα πένθους για το θάνατο του θεού.


ΑΔΩΝΕΙΑ: Το «Πάσχα» Αρχαίων Ελλήνων και ο Επιτάφιος Αδώνιδος
Ο Θάνατος του Άδωνη
Μέσα στα σπίτια τοποθετούσαν κέρινα ή ξύλινα ομοιώματα του θεού πάνω σε νεκρινές κλίνες και τα στόλιζαν με λουλούδια, κλαδιά και καρπούς. Γύρω του άναβαν λιβάνια και άλλα θυμιάματα.
Στη συνέχεια, οι γυναίκες με λυμμένα μαλλιά, ξυπόλητες και γυμνόστηθες περιέφεραν τα ομοιώματα του θεού στους δρόμους, θρηνώντας και ψάλλοντας ειδικά άσματα, τα «Αδωνίδια», με τη συνοδεία ενός μικρού, πένθιμου αυλού που ονομαζόταν «γίγγρας».
Μαζί τους στην περιφορά μετέφεραν και τους λεγόμενους «Κήπους του Αδώνιδος». Πρόκειται για γλάστρες, που φύτευαν οκτώ ημέρες πριν, με φυτά που αναπτύσσονται αλλά και μαραίνονται γρήγορα, όπως σιτάρι, μαρούλι, μάραθο, τις οποίες, αφού πότιζαν… τις ανέβαζαν στις στέγες των σπιτιών. Στο τέλος της περιφοράς τα ομοιώματα και οι «κήποι» ρίχνονταν στη θάλασσα, σε πηγή ή ποτάμι, με παρακλήσεις να επιστρέψει ο θεός από τον Κάτω Κόσμο.
Η δεύτερη μέρα των «Αδωνίων», η «Εύρεσις», ήταν ημέρα χαράς και εορτασμού, για την ανάσταση του θεού, κατά τη διάρκεια της οποίας θυσίαζαν αγριόχοιρους και έτρωγαν πλούσια γεύματα.

ΑΔΩΝΕΙΑ: Το «Πάσχα» Αρχαίων Ελλήνων και ο Επιτάφιος Αδώνιδος
Η Ανάσταση του Άδωνη
Ο Άδωνις, αποτελεί προσωποποίηση του μυστηρίου της βλάστησης και η γιορτή του είναι μια τελετουργία που αποβλέπει στην αναζωογόνηση της γης, με τη βοήθεια του νερού.
Ο θάνατός του αντιπροσωπεύει το μαρασμό της φύσης, κατά τη διάρκεια του χειμώνα και η ανάστασή του, την αναγέννησή της με τον ερχομό της άνοιξης.
Η παραμονή του κοντά στην Περσεφόνη, συμβολίζει το φύτεμα του σπόρου και η επιστροφή του στην Αφροδίτη τη βλάστησή του.
Από τα «Αδωνίδια» σώζεται ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του βουκολικού ποιητή Βίωνα από τη Σμύρνη.

ΒΙΩΝ
Ἐπιτάφιος Ἀδώνιδος ( 1 – 37 )

Επιτάφιος θρήνος για τον Άδωνη

Ο Ἐπιτάφιος Ἀδώνιδος του Βίωνα από τη Σμύρνη, του τρίτου -μετά τον Θεόκριτο και τον Μόσχο- σημαντικότερου βουκολικού ποιητή, είναι ένα σύντομο ποίημα (98 εξάμετροι στίχοι) που έχει χαρακτήρα θρήνου. Αναφέρεται στον θάνατο του ωραίου Άδωνη, ερωμένου της Αφροδίτης, ο οποίος, σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη εκδοχή του μύθου, είχε σκοτωθεί κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού, όταν ένα αγριογούρουνο τον τραυμάτισε θανάσιμα στον μηρό.
Η Αφροδίτη, απαρηγόρητη για τον χαμό του, παρακάλεσε την Περσεφόνη και πέτυχε να περνάει ο Άδωνης έξι μήνες το χρόνο πάνω στη γη. Με τον θάνατό του συνδεόταν η γονιμική τελετή των Αδωνίων (πβ. Κείμενο 160, στ. 100-144), που γιορταζόταν μια φορά κάθε χρόνο σε πολλές ελληνικές πόλεις: γυναίκες -γιατί μόνον αυτές συμμετείχαν-τοποθετούσαν το ομοίωμα του Άδωνη σε φέρετρο, έκαιγαν θυμιάματα, ενώ σε πήλινα αγγεία φύτευαν σπόρους που βλάσταιναν και, όπως ήταν σύντομη η ζωή του Άδωνη, «πέθαιναν» γρήγορα (Ἀδώνιδος κῆποι)· αφού θρηνούσαν μια μέρα, έριχναν το ομοίωμα και τους «κήπους» στη θάλασσα.
Το ποίημα πρέπει να φανταστεί κανείς ότι λέγεται κατά τη διάρκεια του θρήνου των Αδωνίων (ίσως λίγο πριν να ριχτεί το ομοίωμα στη θάλασσα) από γυναίκα που συμμετέχει στην τελετή. Οι εναλλασσόμενες εικόνες (η προτροπή στην Άρτεμη να ξυπνήσει, ο Άδωνης στα όρη, το πένθος της Αφροδίτης κ.o.κ.) θυμίζουν κάπως, όπως έχει παρατηρηθεί, τον αντιφωνικό και διαλογικό χαρακτήρα των μοιρολογιών. Το εφύμνιο, που χαρακτηρίζεται από ποικιλία, αφού άλλοτε αναφέρεται στον Άδωνη άλλοτε στην Αφροδίτη, αντιστοιχεί επίσης στα επιφωνήματα με τα οποία εκφράζεται ο πόνος στα μοιρολόγια.

ΒΙΩΝ:
Ἐπιτάφιος Ἀδώνιδος 1-37

Αἰάζω τὸν Ἄδωνιν, «ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις»·
«ὤλετο καλὸς Ἄδωνις», ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
μηκέτι πορφυρέοις ἐνὶ φάρεσι Κύπρι κάθευδε·
ἔγρεο, δειλαία, κυανόστολα καὶ πλατάγησον
5 στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν, «ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις».
αἰάζω τὸν Ἄδωνιν· ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
κεῖται καλὸς Ἄδωνις ἐν ὤρεσι μηρὸν ὀδόντι,
λευκῷ λευκὸν ὀδόντι τυπείς, καὶ Κύπριν ἀνιῇ
λεπτὸν ἀποψύχων· τὸ δέ οἱ μέλαν εἴβεται αἷμα
10 χιονέας κατὰ σαρκός, ὑπ᾽ ὀφρύσι δ᾽ ὄμματα ναρκῇ,
καὶ τὸ ῥόδον φεύγει τῶ χείλεος· ἀμφὶ δὲ τήνῳ
θνᾴσκει καὶ τὸ φίλημα, τὸ μήποτε Κύπρις ἀποίσει.
Κύπριδι μὲν τὸ φίλημα καὶ οὐ ζώοντος ἀρέσκει,
ἀλλ᾽ οὐκ οἶδεν Ἄδωνις ὅ νιν θνᾴσκοντα φίλησεν.
15 αἰάζω τὸν Ἄδωνιν· ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
ἄγριον ἄγριον ἕλκος ἔχει κατὰ μηρὸν Ἄδωνις,
μεῖζον δ᾽ ἁ Κυθέρεια φέρει ποτικάρδιον ἕλκος.
τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται
καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες· ἁ δ᾽ Ἀφροδίτα
20 λυσαμένα πλοκαμῖδας ἀνὰ δρυμὼς ἀλάληται
πενθαλέα νήπλεκτος ἀσάνδαλος, αἱ δὲ βάτοι νιν
ἐρχομέναν κείροντι καὶ ἱερὸν αἷμα δρέπονται·
ὀξὺ δὲ κωκύοισα δι᾽ ἄγκεα μακρὰ φορεῖται
Ἀσσύριον βοόωσα πόσιν, καὶ παῖδα καλεῦσα.
25 ἀμφὶ δέ νιν μέλαν αἷμα παρ᾽ ὀμφαλὸν ᾀωρεῖτο,
στήθεα δ᾽ ἐκ μηρῶν φοινίσσετο, τοὶ δ᾽ ὑπὸ μαζοὶ
χιόνεοι τὸ πάροιθεν Ἀδώνιδι πορφύροντο.
«αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν», ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
ὤλεσε τὸν καλὸν ἄνδρα, σὺν ὤλεσεν ἱερὸν εἶδος.
30 Κύπριδι μὲν καλὸν εἶδος ὅτε ζώεσκεν Ἄδωνις,
κάτθανε δ᾽ ἁ μορφὰ σὺν Ἀδώνιδι. «τὰν Κύπριν αἰαῖ».
ὤρεα πάντα λέγοντι, καὶ αἱ δρύες «αἴ τὸν Ἄδωνιν»·
καὶ ποταμοὶ κλαίοντι τὰ πένθεα τᾶς Ἀφροδίτας,
καὶ παγαὶ τὸν Ἄδωνιν ἐν ὤρεσι δακρύοντι,
35 ἄνθεα δ᾽ ἐξ ὀδύνας ἐρυθαίνεται, ἁ δὲ Κυθήρα
πάντας ἀνὰ κναμώς, ἀνὰ πᾶν νάπος οἰκτρὸν ἀείδει,
«αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν· ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις»·
_____________________________________
(Απόδοση: Παντελής Μπουκάλας)
Τον Άδωνη θρηνολογώ, τον όμορφο που εχάθη,
«πάει, χάθηκεν ο Άδωνης» οι Έρωτες θρηνούνε.
Στα πορφυρά σου Κύπριδα να μην ξαναπλαγιάσεις,
βάλε τα μαύρα σου, πικρή, και να στηθοκοπιέσαι,
σύρε φωνή, ο Άδωνης χάθηκεν, ο καλός σου. 5
Τον Άδωνη θρηνολογώ κι οι Έρωτες θρηνούνε.
Στα όρη κείτετ᾽ ο καλός, στο πόδι λαβωμένος,
πληγή στον άσπρο του μηρό από το άσπρο δόντι·
κι ως ξεψυχάει, την Κύπριδα φαρμάκι την ποτίζει·
στάζει το αίμα ολόμαυρο στη σάρκα τη χιονάτη, 10
τα μάτια σβήνουν, φεύγουνε τα ρόδα των χειλιών του,
σβήνει μαζί του το φιλί κι η Κύπριδα το χάνει.
Τι κι αν νεκρός, η Κύπριδα το φίλημα το θέλει,
μα δεν το νιώθει το φιλί ο Άδωνης που σβήνει.
Τον Άδωνη θρηνολογώ κι οι Έρωτες θρηνούνε. 15
Βαθιά πληγή έχει ο Άδωνης απάνω στο μερί του,
βαθύτερη μες στην καρδιά η έρμη Αφροδίτη.
Και τα καλά του τα σκυλιά ουρλιάζουν γύρωθέ του,
κλαίνε οι Νύμφες των Βουνών· ξυπόλυτ᾽ η Κυθέρεια,
με τα μαλλιά της ξέπλοκα πλανιέτ᾽ αλαλιασμένη, 20
σέρνει το μαύρο πένθος της στα δάση, στα ρουμάνια,
το αίμα της το ιερό τ᾽ αγκάθια το συνάζουν·
στις λαγκαδιές γυροβολά, θρηνολογεί και σκούζει,
τον άντρα τον Ασσύριο καλεί, το παλικάρι.
Ολόμαυρο το αίμα του στάζει στον αφαλό του, 25
βάφονται κατακόκκινα του Άδωνη τα στήθη,
το στέρνο το χιονόλευκο κι εκείνο πορφυραίνει.
«Αλί της της Κυθέρειας», οι Έρωτες θρηνούνε.
Όσον εζούσε ο Άδωνης, όμορφ᾽ η Αφροδίτη,
πέθαν᾽ εκείνος κι έδυσε το κάλλος της μαζί του. 30
«Αλί της» λένε τα βουνά, «αλί του» λεν τα δέντρα,
για το δικό της τον καημό και τα ποτάμια κλαίνε,
δακρύζουν για τον Άδωνη στα όρη οι νερομάνες.
Και τα λουλούδια άλικα βάφοντ᾽ από τον πόνο·
μες στα φαράγγια η θεά σέρνει πικρό τραγούδι: 35
«Αλί της της Κυθέρειας, ο Άδωνης εχάθη».
____________________________________________

Παρόμοια έθιμα συναντάμε και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Αν και κατά τα πρώτα χρόνια οι Πατέρες της Εκκλησίας καταδίκαζαν τα αρχαία ταφικά τελετουργικά δρώμενα, η προσήλωση των Ελλήνων σε αυτά ήταν τόσο ισχυρή που αναγκάστηκαν να τα ενσωματώσουν στην χριστιανική λατρεία.

Η γιορτή των «Αδωνίων» παραπέμπει άμεσα στον εορτασμό του Πάσχα, γεγονός που αποδεικνύει τις βαθιές ρίζες των συγκεκριμένων εθίμων, καθώς και την πλήρη αντιγραφή τους.




via
Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news

Ερευνητές έπαθαν σοκ όταν ανακάλυψαν (για ακόμα μια φορά) την χρήση νανοτεχνολογίας στην Μινωική Κρήτη !!!

Την ανάπτυξη της μικροτεχνολογίας κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αποτυπώνονται σύμβολα σε επιφάνειες μεγέθους φακής, κατέδειξε η μελέτη ενός μικρού ειδωλίου, του μοναδικού που έχει βρεθεί έως σήμερα με χαραγμένα πάνω του σύμβολα της Γραμμικής Β’.

Πρόκειται για ένα χάλκινο μικρό ταυροειδές ειδώλιο, που φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου και τοποθετείται χρονικά στη Μυκηναϊκή περίοδο. Το ειδώλιο ανακαλύφθηκε το 1903 στην Αγία Τριάδα, κοντά στην πλατεία των ιερών (Piazzale dei Sacelli). Το 2010 η τότε διευθύντρια του Μουσείου, Αθανασία Κάντα, προχώρησε σε ευρεία εξέταση και ψηφιακή αποτύπωση παλαιών ευρημάτων με σκοπό τη μουσειολογική μελέτη για την επανέκθεση του Μουσείου και προχώρησε σε συνεργασία με τοΙνστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας με στόχο την φωτογράφηση με πολυφασματική ανάλυση του μικρού ειδωλίου.

Το ειδώλιο έχει ύψος 4,6 εκατοστά και συνολικό μήκος σώματος 6,5 εκατοστά. Στη μέση του μετώπου του ταυροειδούς και σε μια κοιλότητα με διάμετρο μόλις 3,4 χιλιοστά παρατηρείται χρυσός δίσκος, που κάνει το ειδώλιο να ξεχωρίζει από άλλα παρόμοια που έχουν βρεθεί στην Κρήτη.

Στη χρυσή αυτή επιφάνεια του ειδωλίου, μεγέθους όσο μία φακή, παρατηρήθηκαν χαραγμένα δυο σύμβολα γραφής Γραμμικής Β“ από πιθανόν τέσσερα που υπήρχαν συνολικά. Ο λόγος που διακρίνονται μόλις τα δύο σύμβολα είναι ότι σε κάποια φάση υπήρξε μια προσπάθεια καθαρισμού της χρυσής επιφάνειας για να γυαλισθεί ο χρυσός δίσκος, προσπάθεια που είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των δυο σημείων. Αυτό πιθανό να οφείλεται σε διαδικασίες συντήρησης στις πρώτες ημέρες της Κρητικής αρχαιολογίας.

Η λέξη που πιθανόν έχει γραφτεί είναι «τιμαήεις»(τι-μα-Fη-Fεις) και είναι πιθανόν σχετική με το αφιερωματικό ειδώλιο. Στον Όμηρο υπάρχει ο τύπος τιμήεις και τιμήεσσα δηλώνοντας τον αξιότιμο, τον σεβαστό ή το πολύτιμο «χρυσό δώρο».

Το ερώτημα που προέκυψε για τους ερευνητές είναι με ποια τεχνολογία μπορούσαν τον 14ο αιώνα π.Χ. να αποτυπώσουν σε επιφάνεια μεγέθους όσο μία φακή τέσσερα συλλαβικά σύμβολα της Γραμμικής Β’. Ο τρόπος γραφής στη μικρή χρυσή επιφάνεια τεσσάρων συλλαβικών συμβόλων δείχνει μεγάλη επιδεξιότητα. Αυτή η πραγματικά μικροσκοπική καταγραφή ακολουθεί την μικρογραφική παράδοση που είναι εμφανής στη σφραγιδογλυφία.

Σημειώνεται ότι παρόμοια τεχνολογία γραφής έχει παρατηρηθεί σε μια ασημένια περόνη από τον θολωτό τάφο 2 στο Φουρνί των Αρχανών, Μινωικής περιόδου, όπου τα ύψη των μικρότερων συλλαβογραμμάτων είναι 2,0 χιλιοστά. Στην περίπτωση, όμως, του ειδωλίου τα συλλαβογράμματα είναι ακόμη μικρότερα, μόλις 1,4 χιλιοστά. Το πλάτος τους είναι μόλις 0,2 χιλιοστά, ενώ το πάχος χάραξης των γραμμών των συλλαβογραμμάτων είναι περίπου 0,01-0,025 χιλιοστά.

Ερευνητές έπαθαν σοκ όταν ανακάλυψαν (για ακόμα μια φορά) την χρήση νανοτεχνολογίας στην Μινωική Κρήτη!!! 
Όπως επισημαίνει στο ΑΜΠΕ ο ερευνητής Αιγαιακών Γραφών, δρ. Μηνάς Τσικριτσής, «Mε την πολυφασματική ανάλυση φωτογράφησης μπορέσαμε να δούμε και το τρίτο συλλαβόγραμμα με αξία Fe. Tα προαναφερθέντα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι ο χαράκτης των συμβόλων σίγουρα χρησιμοποίησε ισχυρό μεγεθυντικό φακό. Το δεύτερο ενδιαφέρον ερώτημα που δημιουργείται είναι τι είδους βελόνα χάραξης, ή σμίλης, χρησιμοποιήθηκε που θα μπορούσε να χαράξει σε πάχος γραμμής 0.01 του χιλιοστού».

«Τα ίχνη ανάπτυξης αυτής της μικροτεχνολογίας, που είναι μοναδική στον τότε κόσμο, όπως και η ύπαρξη του Μινωικού υπολογιστή πρόβλεψης εκλείψεων του Παλαικάστρου, είναι σημαντικά ευρήματα που μας προβληματίζουν και πιθανόν επιβεβαιώνουν την κατάκτηση γνώσεων και πολλαπλών δεξιοτήτων στοΚρητομυκηναϊκό Πολιτισμό», προσθέτει ο κ. Τσικριτσής.

Ενδιαφέρον αποτελεί και το γεγονός ότι η επιγραφή αυτή πρέπει να θεωρηθεί η πρώτη της Γραμμικής Β” που βρέθηκε σε χρυσό αφιέρωμα. Οι επιγραφές σε χαλκό, ασήμι και χρυσό είναι συνηθισμένες μόνο σε Γραμμική Α’. Παρά τα χιλιάδες κείμενα που έχουν λογιστικό, εμπορικό και διοικητικό χαρακτήρα στη Γραμμική Β’, δεν είχαν βρεθεί έως τώρα κείμενα σε αφιερώματα μεταλλικά.

Η συγκεκριμένη αποκάλυψη – ανακάλυψη, έρχεται και δένει τέλεια με το πρόσφατο άρθρο Η Κούπα του Λυκούργου και τα "Δαμασκηνά σπαθιά" - Άραγε οι αρχαίοι κατείχαν τη νανοτεχνολογία;

Δεν πιστεύουμε ότι όλα αυτά είναι τυχαία…

via
Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news

Σάτυροι, Σειληνοί, Διόνυσος και αποκριές

Είναι γνωστή και ευρέως αποδεκτή η σχέση της Αποκριάς με τα πανάρχαια Διονυσιακά Μυστήρια.

Ο Διόνυσος γεννιέται στην Αρκαδία. Και μαζί του γεννιέται το θέατρο. Η τραγωδία έχει τις απαρχές της στους θρησκευτικούς θιάσους του Διονύσου. Με τη χρήση της μάσκας οι μύστες δεν παρίσταναν απλά τον Θεό, γινόντουσαν αυτός ο ίδιος ο Θεός.

Η Διονυσιακή λατρεία όρισε τη θρησκευτικότητα της Αρκαδίας. Ειδικό τάγμα ιερέων, οι Μελιαστές, ήταν επιφορτισμένο με το καθήκον να διαμοιράζει τον ιερό οίνο. Γυναικεία τάγματα, οι περίφημες Μαινάδες, από τις οποίες παίρνει το όνομά του και το Μαίναλο τιμούσαν με νύκτιες ιεροπραξίες τον λατρευτό Θεό.



Οι αρχαίοι Έλληνες γιορτάζανε τα "Διονύσια" για να τιμήσουν τον Διόνυσο, τον προστάτη στις γονιμοποιές δυνάμεις στη γη και ξεχωριστά στ' αμπέλι και στο κρασί, που φανερά συνδυάζει την ορμή που έχουν το υγρό στοιχείο και η φωτιά, σμίγουν και γονιμοποιούν. Ο θεός πίστευαν πως ζούσε σε σπηλιά, περιπλεγμένη με κληματαριά. Όταν ωριμάσανε τα σταφύλια, έκοψε και γεύτηκε τον χυμό τους.

Ευχαριστήθηκε γεύση και μέθυσε. Πρόσφερε στους αγρότες, στους βοσκούς, στις νύμφες - βοσκοπούλες. Ήπιανε και νιώσανε να λύνονται οι κόποι, οι θλίψεις, οι αγωνίες, οι φροντίδες τους. Ξεκίνησε ο ωραίος και εύθυμος θεός. Τον ακολούθησαν παράφορα, στεφανωμένοι με κλήματα, όσα γεύτηκαν τον μούστο. Χοροπηδούσαν και φώναζαν "ευοί, ευάν", χτυπούσαν κύμβαλα και τύμπανα, παίζανε σύριγγες κι αυλούς, γυρίζανε παντού και ξαπλώνανε την καλλιέργεια στ' αμπέλι. Σκορπούσαν την ευθυμία, τη χαρά και την ξεγνοιασιά.

Κοινό χαρακτηριστικό σ' αυτά τ' αποκριάτικα "δρώμενα" είναι η συμβολική τέλεση της σεξουαλικής πράξης "αφροδισία", που προκαλεί το γενετήσιο ένστικτο με την αμοιβαία έλξη ανάμεσα στα δύο φύλα. Τα αιδοία, τα εξωτερικά γεννητικά όργανα στον άνδρα ή τη γυναίκα, έχουνε πρωταγωνιστικό ρόλο στον λόγο και στην πράξη, στ' αποκριάτικα "δρώμενα".

Τα Ανθεστήρια, η Γιορτή των Λουλουδιών πρός τιμή του Διόνυσου Άνθιου ή Εύανθιου, τελούνταν στην Αθήνα πρός τα τέλη του Φεβρουαρίου, την 11η, 12η και 13η ημέρα του μήνα Ανθεστηριώνα.

Tελούνταν κατά την πανσέληνο, μετά δύο πανσέληνους από το Χειμερηνό Ηλιοστάσιο. Θεωρείτο η εποχή που ο Δίας ζευγάρωσε με τη Σεμέλη ή την Περσεφόνη, και συνέλαβε το Διόνυσο. Γιορταζόταν δηλαδή τη σύλληψη του Διονύσου αφενός, αλλά και την άνοδο του απο τον Κάτω Κόσμο, η οποία συντελείτο στα Λήναια, περίπου στις 2 Φεβρουαρίου.

Τότε ήταν η εποχή που το κρασί είχε ωριμάσει και ήταν έτοιμο για να το ποιούν, τότε προσέφεραν και τις πρώτες προσφορές καρπών για να έχουν καλή σοδειά. Ωστόσο, ήταν και η πιό σημαντική Γιορτή των Νεκρών, όχι μόνο επειδή είχε αναδυθεί από τον Άδη ο Διόνυσος, αλλά και επειδή η Μητέρα Γή μαζί με τους καρπούς που προσέφερε, αγκάλιαζε και στους κόλπους της τους νεκρούς.

Συνδύαζαν λοιπόν τη γιορτή πρός τιμήν της ομορφιάς, και της καρποφορίας της γής, άνοιγαν τα νέα γιοματάρια και γεύονταν κάθε είδους ευχαρίστηση, χαιρετώντας με αυτόν τον τρόπο και τους νεκρούς τους. Τους μασκερεμένους, ο Αριστοφάνης ονομάζει "Ονοκώλες". Σ' όλους τους μύθους, ο Διόνυσος παρουσιάζεται ανάμεσα σε μια θορυβώδικη ακολουθία, όπου οι Μαινάδες αποτελούν το θηλυκό στοιχείο και οι Σάτυροι, οι Σειληνοί και ο Πάνας το αρσενικό.

Οι Μαινάδες, που ονομάζονταν επίσης και Βάκχες, ήταν Νύμφες. Οι Νύμφες είχαν αναθρέψει τον Διόνυσο στο βουνό Νύσα. Έγιναν οι πιστές ακόλουθες και συντρόφισσες του θεού του αμπελιού και τις βλέπουμε να καταγίνονται πρόθυμα με τον τρύγο, μαζί με τους Σειληνούς συχνά. Εμψυχωμένες από τον Διόνυσο, από το πνεύμα του θεού, ρίχνονταν αναμαλλιασμένες σε τρελές ορμητικές και ακανόνιστες διαδρομές, σαν με πηδήματα ελαφίνας, που προσπαθεί να ξεφύγει από την καταδίωξη του κυνηγού. Βγάζουν δυνατές κραυγές, χτυπώντας κρόταλα σαν μανιασμένες.

Στεφανωμένες με κληματόφυλλα ή με κισσό, φορούσαν, όπως ο Διόνυσος, νεβρίδα, φόρεμα ελαφρό που δεν θα τις εμπόδιζε να παραδίνονται στο χορό, το αγαπημένο τους γλέντι. Πολύ συχνά τις συνόδευαν ζώα. Γίδες, ελάφια, πάνθηρες, λιοντάρια, έχοντας κάποιες φορές στα χέρια τους και φίδια. Όπως ο ίδιος ο Διόνυσος κρατούν κι αυτές το θύρσο, που τον στολίζουν με κισσό ή και με κληματόφυλλα.


Δίπλα στις Μαινάδες ως συμπλήρωμά τους στη συνοδεία του Διονύσου υπήρχαν όντα ειδικού χαρακτήρα, μισο-άνθρωποι και μισο-ζώα, οι Σάτυροι και οι Σειληνοί.

Οι Σειληνοί ήταν δαίμονες των ρεόντων υδάτων και της ευφορίας της γης, σύντροφοι του Διόνυσου. Αν και συχνά συγχέονται με τους Σάτυρους, ήταν διαφορετικά πλάσματα. Έμοιαζαν αρκετά με Κένταυρους, έχοντας αυτιά, ουρά και οπλές αλόγου και κατάγονταν από τη Θράκη και τη Φρυγία.

Αρχηγός τους ήταν ο Σειληνός, που είχε διαπαιδαγωγήσει το θεό Διόνυσο και που χρησίμευε σαν μάντης στους ανθρώπους, μόνο όμως αφού αυτοί τον μεθούσαν. Οι Σειληνοί συνήθως διασκέδαζαν το Διόνυσο παίζοντας μουσική και χορεύοντας με τις Μαινάδες, ενώ κατά το μύθο είχαν πολεμήσει μαζί με το Διόνυσο εναντίον των Γιγάντων.

Οι Σειληνοί εμφανίζονται με αφτιά και ουρά αλόγων και πολλές φορές είναι οπλισμένοι. Ωστόσο, η αρχαία πλαστική τούς παρουσίαζε άλλοτε γέρους με πατρική έκφραση να κρατούν στην αγκαλιά τους τον Βάκχο σε νηπιακή ηλικία, και άλλοτε πάλι κοντόχοντρους και μεθυσμένους άντρες, αποκρουστικούς στην όψη, στεφανωμένους με κληματόφυλλα και σταφύλια να κρατούν θύρσο ή ραβδί. Πολλές φορές ήταν ξαπλωμένοι δίπλα σε ασκί και άλλοτε πάνω σε γάιδαρο, που ήταν και το ιερό τους ζώο.

Ο γνωστότερος από τους Σειληνούς ήταν, κατά τη μυθολογία, ο ομώνυμος βασιλιάς της Νίσας στη Λιβύη, ο οποίος ήταν γιος του Ερμή ή του Πάνα και κάποιας Νύμφης (Βλ. λ. Σειληνός). Οι Σειληνοί ήταν χθόνιες θεότητες με αμφίσημο χαρακτήρα. Αφενός εμφανίζονται να έχουν βίαιο και λάγνο χαρακτήρα που τους φέρνει σε προστριβές με τις Νύμφες. Ως τέτοιοι παρουσιάζονται σαν αποτρόπαιοι δαίμονες (όπως η Γοργώ, η Μέδουσα ή οι Ερινύες) αποτρέποντας το κακό που οι ίδιοι συμβολίζουν.


Άγαλμα του Σειληνού,
 Θέατρο Διονύσου, Αθήνα 1882
Ωστόσο, οι εξατομικευμένες μορφές Σειληνών όπως ο Σειληνός ή ο Μαρσύας παρουσιάζονται ως ευεργετικοί δαίμονες. Παρουσιάζονταν ως σοφοί δάσκαλοι και μάντεις που είχαν στενή σχέση με τη μουσική. Αυτός ο διττός χαρακτήρας τους προκύπτει από το ότι οι Σειληνοί ήταν χθόνιες θεότητες (όπως ο Πάνας ή οι Κένταυροι) που μεσολαβούν μεταξύ του πάνω και του κάτω Κόσμου. Έτσι σχετίζονται τόσο με τη γονιμότητα όσο και με τον θάνατο.Είναι ακριβώς ο χθόνιος χαρακτήρας τους που τους συνδέει με τον Διόνυσο, επίσης χθόνια θεότητα.

Ο αλογόμορφος χαρακτήρας τους συνδέεται επίσης με τη βακχική μανία, καθώς το άλογο στην αρχαία Ελλάδα ήταν σύμβολο της επιληψίας και της θείας μανίας.
Ο Friedrich Nietzsche στην Γέννηση της Τραγωδίας ( μτφ Νίκου Καζαντζάκη) , αναφέρει την ακόλουθη ιστορία, με τίτλο «Tι είναι για τον άνθρωπο το πιο επιθυμητό και πιο πολύτιμο αγαθό;», και με πρωταγωνιστή τον Σειληνό και τον βασιλιά Μίδα.

Κάποια αρχαία ελληνική παράδοση, που διηγείται ο Νίτσε, λέει πως, ο βασιλιάς Μίδας, κάποτε, κυνήγησε πολλή ώρα στο δασός το γερο Σειληνό, τον σύντροφο του Διόνυσου, χωρίς να μπορέσει να τον φτάσει. Όταν επιτέλους κατόρθωσε να τον πιάσει, ο βασιλιάς τον ερώτησε τι είναι για τον άνθρωπο το πιο επιθυμητό και πιο πολύτιμο αγαθό. Ακίνητος και πεισμωμένος ο δαίμων έμενε άφωνος, έως ότου, εξαναγκασμένος από τον νικητή του, ξέσπασε στα γέλια και άφησε να του ξεφύγουν αυτά τα λόγια :

“φυλή άθλια κι εφήμερη , παιδί της τύχης και της οδύνης, γιατί με αναγκάζεις να σου αποκαλύψει πράγμα που θα ήταν καλύτερα για σένα να μη γνωρίσεις ποτέ; Ο,τι περισσότερο απ όλα πρέπει να επιθυμείς, σου είναι αδύνατον να τα αποκτήσεις: το καλύτερο για σένα είναι να μην έχεις ποτέ γεννηθεί , να μην υπάρχεις, να πέσεις στην ανυπαρξία. Ύστερα από αυτό ο,τι περισσότερο πρέπει να επιθυμείς, είναι να πεθάνεις το γρηγορότερο».

Από μιαν ορισμένη εποχή και ύστερα, η διάκριση ανάμεσα στους Σάτυρους και τους Σειληνούς εξαφανίστηκε και γενικά τους συγχέουν δίνοντάς τους αδιάφορα το ένα ή το άλλο όνομα. Στις καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις επικράτησε περισσότερο ο τύπος του Σάτυρου με αυτιά και ουρά αλόγου.

Ο αριθμός των Σειληνών είναι απροσδιόριστος. Ένας τους ωστόσο έχει ειδική θέση ο οποίος θεωρείται ότι διαπαιδαγώγησε τον Διόνυσο. Έλεγαν πως ήταν γιος του Πανός και μιας Νύμφης. Άλλοι όμως συγγραφείς θεωρούσαν πατέρα του τον Απόλλωνα.


Κατά έναν άλλο μύθο ότι είχε γεννηθεί όπως οι Γίγαντες, από τις σταλαγματιές του αίματος του ακρωτηριασμένου Ουρανού. Διέμενε στο βουνό Νύσα που, κατά το μύθο, ανατράφηκε από τις Νύμφες ο Διόνυσος. Αυτές εμπιστεύθηκαν τη μόρφωση του νέου θεού στο Σειληνό, που έγινε κατά κάποιο τρόπο αχώριστος σύντροφός του.

Σύμφωνα με την παράδοση, ο Σειληνός είχε πιαστεί πολλές φορές από θνητούς που ήθελαν να φωτιστούν από τη σοφία του. Στην έκτη "Εκλογή" του, ο Βιργίλιος διηγείται, πως δύο τσοπανόπουλα, που τους είχε στ' αστεία συχνά υποσχεθεί ο Σειληνός να τους πει ένα από τα τραγούδια του, βρήκαν το γερο-Σειληνό σε μια σπηλιά μέσα να κοιμάται. Τον έδεσαν με τη βοήθεια της Νύμφης Αίγλης με το στεφάνι που είχε γλιστρήσει μέσα στον ύπνο του από το κεφάλι του.
Σαν ξύπνησε, γέλασε με την πονηριά τους κι άρχισε ένα τραγούδι για το πως γεννήθηκε ο κόσμος και το κάθε τι που ζει, λέγοντάς τους πανάρχαιους μύθους του Κρόνου, της Πύρρας και του Προμηθέα. Έτρεξαν όλα τα γύρω ζωντανά κοντά του να τον ακούσουν.

Να ακούσουν το τραγούδι του γερο-Σειληνού, ακόμα κι οι βαλανιδιές σαλεύανε τις κορυφές τους. Στην Ακρόπολη της Αθήνας έδειχναν μια πέτρα όπου είχε καθίσει Σειληνός να ξαποστάσει, τότε που είχε έρθει μαζί με τον Διόνυσο στην πρωτεύουσα της Αττικής.

Στην αγορά της Ήλιδας, στην Πελοπόννησο, υπήρχε ένας ναός αφιερωμένος στον Σειληνό, με άγαλμα του θεού που η Μέθη του πρόσφερε ένα κύπελλο γεμάτο κρασί. Και στον Μαλέα της Λακωνίας τιμούσαν επίσης τον Σειληνό, όπου είχε εγκατασταθεί ο σύντροφος τούτος του Διονύσου, καθώς πίστευαν. Και στη Φολόη, ως έλεγαν είχε αποκτήσει ο Σειληνός από τη Νύμφη Μελία τον Κένταυρο τον Φόλο.

Σύμφωνα με κάποιο μύθο που αναφέρει ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας, πίστευαν οι Αρκάδες πως ο Σειληνός ήταν πατέρας του "Νομίου Απόλλωνος", του προστάτη των κοπαδιών δηλαδή. Σε μεταγενέστερη εποχή θεωρούσαν γιο του Σειληνού ένα μυθικό πρόσωπο, τον Στάφυλο, που πρώτος ανακάτεψε το κρασί με το νερό. Ένας Αιγύπτιος συγγραφέας, ο Νόννος, αναφέρει τρεις γιους του Σειληνού: τον Αστραίο, τον Μάρωνα και τον Ληνέο.


Οι Σειληνοί απεικονίζονται συχνά χορεύοντας με τις Μαινάδες, και ήταν και μουσικοί. Η λύρα δεν ήταν άγνωστη στους Σειληνούς, που συνόδευαν τα τραγούδια τους μ' αυτή. Παράδειγμα, ο μύθος του Σάτυρου Μαρσύα που προκάλεσε τον Απόλλωνα με τη λύρα του.Πριν να συσχετιστούν με τον Διόνυσο οι Σειληνοί και οι Σάτυροι υπήρχαν ως χωριστές οντότητες στη φαντασία των Ελλήνων.

Εξηγούσαν το συνδυασμό τους αυτό με το θεό, στην αρχαιότητα, με τη μεγάλη έλξη που ασκούσε η νέα, η διονυσιακή λατρεία που υιοθετεί σιγά σιγά τα δευτερεύοντα πνεύματα των νερών, των δασών και των πηγών. Οι Σάτυροι ξανάρχισαν για τον Διόνυσο τους τελετουργικούς χορούς, που είχαν άλλοτε εκτελέσει για την Κυβέλη. Οι εξωτικές τελετές αυτής της λατρείας προκαλούσαν στους πιστούς κρίσεις ενθουσιασμού: πίστευαν πως είχαν καταληφθεί απ' το θεό και πως μεταμορφώνονταν σε ιερά ζώα, τράγους και άλογα (Σάτυρους και Σειληνούς).

Οι Σειληνοί βοήθησαν τον Διόνυσο κατά τη Γιγαντομαχία, καβάλα σε γαϊδάρους, που τα γκαρίσματά τους τρομοκράτησαν τους αντίπαλους των Ολύμπιων. Ένα αγγείο αρχαϊκής εποχής δείχνει τον Διόνυσο να μπήγει το θύρσο του στο σώμα ενός Γίγαντα που είχε πέσει κάτω, ενώ ένας πάνθηρας χώνει τα δόντια του στο στήθος του.

Οι δυο Σειληνοί τρέχουν προς το μέρος του Γίγαντα, που ο ένας τους κρατάει στο δεξί του μπράτσο ένα δέρμα πάνθηρα και με το αριστερό του χέρι παίρνει από κάτω μια πέτρα για να τη ρίξει κατά του πεσμένου Γίγαντα, ενώ ο σύντροφός του κρατάει ασπίδα και δόρυ με την αιχμή του προς τα κάτω. Στην άλλη πλευρά του αγγείου απεικονίζεται ένας οπλισμένος Σειληνός πάνω σε πολεμικό άρμα, που δυο άλλοι το σέρνουν άοπλοι και πίσω από το άρμα ένας τέταρτος Σειληνός σαλπίζει.

via
Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news

Πάν, ο προστάτης των Ελλήνων πολεμιστών, ο πιο αδικημένος θεός των Ελλήνων!


Ο Πάνας (αρχ. Παν) είναι αρχαία ελληνική, 
ιδεατή, ανθρωπόμορφη και δευτερεύουσα θεότητα,
 που ήταν συνυφασμένη με την «πανίδα» της Φύσης, 
(άνθρωποι και ζώα) 
σε μια αμφίδρομη σχέση προστασίας, 
αλλά και προσωποποίηση
 της γενετικής δύναμης της ζωής.
Συνδυάζοντας τον ανθρώπινο και ζωικό παράγοντα, 
ο Πάνας απεικονιζόταν έχοντας κάτω άκρα ζώου,
 «Θεός τραγοπόδαρος», πλέον 
ως προστάτης των κτηνοτρόφων, κυνηγών
 αλλά και των αλιέων με μόνιμη διαμονή του
 σε χώρους της φύσης 
(όρη, δάση, σπήλαια, κοιλάδες, ρεματιές κλπ).
 Η λατρεία του έλαβε μέγιστη ανάπτυξη παράλληλα
 με εκείνη του Δία και των άλλων Ολύμπιων Θεών
 σε όλο τον ελλαδικό χώρο και πέραν αυτού.
Κατά τις κυριότερες μυθολογικές παραδόσεις 
των αρχαίων Ελλήνων ο Πάνας ήταν γιος:
(Αρκαδία): Του Ερμή και της νύμφης Πηνελόπης, 
που μετέστη αργότερα στον ουρανό 
ως υφάντρα του ουράνιου πέπλου 
και την οποία μεταγενέστεροι μυθογράφοι 
την ταύτισαν με τη Σπαρτιάτισσα σύζυγο του Οδυσσέα. 
Και είχε γεννηθεί στο όρος Κυλλήνη 
της αρχαίας Αρκαδίας.
(Αρκαδία): Του Ερμή και της νύμφης Καλλιστούς, 
συνοδού της θεάς Άρτεμης στην Αρκαδία, 
που αργότερα μετέστη επίσης στον ουρανό 
σχηματίζουσα τη Μεγάλη Άρκτο.
Του Διός και της νύμφης Καλλιστούς ή του Διός 
και της νύμφης Θύμβριδος, 
ή του Ουρανού και της Γης,
 ή του Αιθέρος και κάποιας νύμφης, 
ή τέλος του Απόλλωνα και της Οινόης.

Όπως είναι φυσικό στην αρχή ο Πάνας
 λατρευόταν στην Αρκαδία
 στο όρος που γεννήθηκε ως ποιμενικός και νόμιος 
δευτερεύων θεός, εξ ού και παλαιότερα η Αρκαδία
 λεγόταν Πανία. 
Στο Λύκαιο υπήρχε ο αρχαιότερος ναός 
αφιερωμένος στον Πάνα και τη Σελήνη. 
Αργότερα στη Λυκόσουρα δημιουργήθηκε
 σημαντικός ναός του Πανός στον οποίο ασκούσαν, 
όπως σημειώνει ο Παυσανίας, και μαντική. 
Επίσης στη θέση Μέλπεια εκτός από τον ναό 
του Πανός βρέθηκαν πολυάριθμα πήλινα
 και χάλκινα εδώλια του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ., 
μάλλον υπό μορφή ταμάτων. 
Σταδιακά ο Παν λατρευόμενος και από τους αλιείς, 
εξ ου και η προσωνυμία "Παν ο Ακτιος"
 ή "Πάν Άκτιος", δημιουργήθηκαν παράλια ίερά
 κυρίως σε αλιευτικά καταφύγια της αρχαιότητας.
Όταν επίσης οι Αθηναίοι τον θεώρησαν σημαντικό
συντελεστή στη νίκη τους κατά των Περσών
 ο Πάνας απέκτησε και τον χαρακτήρα
 πολεμικής θεότητας. 
Έτσι στην Αττική πολλά σπήλαια (άντρα) 
και λόφοι πήραν το όνομά του. 
Μεταξύ αυτών είναι το σπήλαιο της βορειοδυτικής 
πλευράς του βράχου της Ακρόπολης της Αθήνας,
 ένα άλλο στη Πάρνηθα, ένα τρίτο στο Μαραθώνα 
και ένα τέταρτο στη Βάρη το λεγόμενο
 "Σπήλαιο του Νυμφολήπτου ή Αρχεδήμου".
 Σε όλα αυτά βρέθηκαν ανάγλυφα που παρουσιάζουν 
τον Πάνα τον Ερμή και τις Νύμφες καθώς 
και πολλά αναθήματα ένα εκ των οποίων είναι 
και το αναθηματικό ανάγλυφο
 που εκτίθεται στη Στοά του Αττάλου. 
Επίσης το Πάνειο ή Πανείο όρος, βορειοανατολικά 
της Βάρης καθώς και ο λόφος ο λεγόμενος σήμερα 
"Πανί" στη περιοχή Αλίμου 
ήταν αφιερωμένοι στον Πάνα. 
Επίσης ο Πάνας λατρευόταν στην Αίγινα, στο Άργος, 
στη Ψυττάλεια, στη Σικυώνα, στη Τροιζήνα, 
στον Ωρωπό, στη Μεγαλόπολη, 
στο Κωρύκειο άντρο και κυρίως 
στην Πιάνα Αρκαδίας καθώς το χωριό πήρε 
την ονομασία του από το θεό. 
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ, πως στο τελευταίο
 αναφερόμενο χωριό υπάρχει και η σπηλιά του Πάνα, 
την οποία μπορεί κανείς να επισκεφτεί μόνο 
με τα πόδια ακολουθώντας το μονοπάτι,
 ή όπως χαρακτηριστικά μας ενημερώνουν 
και οι ταμπέλες, ένα "κατσικόδρομο" μέσω 
μιας διαδρομής απαράμιλλης ομορφιάς 
(η οποία ξεκινά από την πλατεία του χωριού) 
και να δει επάνω στο βράχο σχηματισμένη τη μορφή 
της θεότητας (κοιτάζοντας την είσοδο της σπηλιάς 
στο επάνω μέρος, διαγωνίως-δεξιά). 
Κατά το πρόσφατο παρελθόν η σπηλιά
 είχε χρησιμοποιηθεί από ντόπιους βοσκούς 
οι οποίοι έβρισκαν εκεί ένα καταφύγιο
 για να προστατευθούν οι ίδιοι 
και τα ζώα τους από την βροχή. 
Το μαύρο χρώμα, που ίσως κάνει εντύπωση 
στον επισκέπτη, στα τοιχώματα της σπηλιάς 
προέρχεται από τις φωτιές που άναβαν οι βοσκοί, 
για να ζεσταθούν το χειμώνα.
Η λατρεία όμως του Πάνα υπήρξε
 και εκτός ελλαδικού χώρου.
 Συγκεκριμένα στην αιγυπτιακή πόλη Χέμμιν, 
την "Πανόπολη" των αρχαίων Ελλήνων
 ο Πάνας ταυτιζόταν με τον θεό Μιν.
 Στη δε Ρώμη συνδυάστηκε με τον Λούπερκο
 προς τιμή του οποίου γίνονταν τα Λουπερκάλια. 
Επίσης στη ελληνιστική περίοδο
 οι Στωικοί φιλόσοφοι
 αλλά και οι Ορφικοί ανήγαγαν τον Πάνα 
ως θεό του "σύμπαντος κόσμου" 
(εκ του παν = όλος, σύμπαν)
 και ιδεατή προσωποποίηση της Φύσης 
και των δυνάμεών της. 
Στους δε ύστερους χρόνους ο Παν θεωρήθηκε
 θνητή δαιμονική μορφή. 
Έτσι με την έλευση του Χριστιανισμού 
η μορφή του Πανός αντί της ιδεατής μορφής
 της υπαίθριας ζωής υιοθετήθηκε μεν 
αλλά διαστρεβλωμένη 
ως μορφή του διαβόλου της κόλασης.


Ο θεός Πάν κατέχει ιδιαίτερη 
σημαντική θέση στη τέχνη. 
Τα ιερά του δένδρα ήταν η δρυς και η πίτυς (πεύκο). 
Σύμβολά του η σύριγγα (ο αυλός του) και η σφενδόνη.
 Στις θυσίες που του πρόσφεραν περιλαμβάνονταν
 αγελάδες, κριάρια και πρόβατα καθώς γάλα και μέλι. 
Η αρχαία τέχνη τον απεικόνισε στις διάφορες
 ασχολίες του και σε ερωτικές σκηνές 
με τους Σάτυρους, τον Ερμή και τον Διόνυσο. 
Σε αττικά αγγεία των κλασικών χρόνων
 σε ανάγλυφα εδώλια, νομίσματα, τοιχογραφίες,
 ψηφιδωτά, και σε σαρκοφάγους 
των ρωμαϊκών χρόνων ο Παν 
κατέχει ιδιαίτερη θέση.
Σημαντικοί γλύπτες της αρχαιότητας έλαβαν
 τα θέματά τους από τον Πάνα, πως ο Πραξιτέλης 
και ο Ζεύξις μερικά των οποίων διασώζονται 
σε ρωμαϊκά αντίγραφα. 
Χαρακτηριστικό είναι το σύμπλεγμα του Πάνα 
 που εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό
 Μουσείο της Αθήνας όπου η Αφροδίτη 
απειλεί τον Πάνα με το σανδάλι της.
Στους νεότερους χρόνους ο Πάνας συνέχισε
 ν΄ αποτελεί έμπνευση καλλιτεχνών 
όπως οι γλύπτες Φραγκαβίλα, Ροντέν
 και οι ζωγράφοι Ρομάνο, Ρούμπενς, 
Πουσέν και ακόμη ο Πικάσο
Ο αστεροειδής 4450 Παν (4450 Pan), 
που ανακαλύφθηκε το 1987, πήρε το όνομά του
 από τη θεότητα αυτή.
Η εμφάνιση του Πάνα στην Ελληνική Μυθολογία 
φαίνεται ν΄ ανάγεται στον 7ο αιώνα π.Χ.. 
Σύμφωνα με τις επικρατέστερες παραδόσεις 
γεννήθηκε στο όρος Λύκαιον της Αρκαδίας. 
Μόλις όμως τον αντίκρισε η μητέρα του 
τον εγκατέλειψε τρομαγμένη 
από τη μορφή που είχε, 
με δύο κέρατα κατσικιού στο κεφάλι, 
μυτερά αυτιά, γενειοφόρος και τραγοπόδαρος. 
Ο Ερμής που αντιλήφθηκε τη σκηνή έσπευσε 
και προστάτευσε τον έκθετο Πάνα τον οποίο 
και μετέφερε στον Όλυμπο όπου και τον παρουσίασε 
στον Δία και τους άλλους θεούς 
οι οποίοι και τον καλοδέχθηκαν. 
Στη συνέχεια επέστρεψε και ανατράφηκε 
από τις αρκαδικές Νύμφες, οπότε και έγινε φίλος
 του Διονύσου και εμφανίσθηκε πλέον ως προστάτης
 των γεωργών και κτηνοτρόφων 
και των προϊόντων τους, φίλος του κρασιού 
και του γλεντιού.
Ο Πάνας ήταν ο σύντροφος των Νυμφών 
και ακούραστος εραστής κάθε νέας ή νέου 
που πλησίαζε το χώρο του δηλαδή την Φύση. 
Προστάτης του πολλαπλασιασμού των αιγοπροβάτων
 δεν άργησε να θεωρείται και ο ίδιος επιβήτορας
 ακόμη και αυτών. 
Αγαπούσε τη φυσική υπαίθρια ζωή όπου περνούσε
 ώρες ατέλειωτες παίζοντας με το ποιμενικό του αυλό,
 τη σύριγγα. Λέγεται μάλιστα ότι η Σύρριγγα
 (αρχαία: Σύριγξ) ήταν και αυτή Νύμφη
 η οποία προκειμένου να τον αποφύγει 
μεταμορφώθηκε σε καλαμιά. 
Τότε ο Πάνας έκοψε απ΄ αυτή ανόμοια τεμάχια
 καλαμιού τα οποία και ένωσε σε σειρά
 και δημιούργησε τον αυλό του.
Οι ερωτικές του περιπέτειες που είχε
με τις διάφορες Νύμφες είναι πολλές σημαντικότερη 
των οποίων φέρεται εκείνη
 της αποπλάνησης της Σελήνης, 
(ιδεατή ερμηνεία της Νέας Σελήνης)
Χαρακτηριστικός επίσης, σχετικά με το πρόσωπό του, 
είναι και ο θρύλος ότι στη Μάχη του Μαραθώνα 
βοήθησε τους Έλληνες εναντίον των Περσών
 με δυνατές και τρομακτικές φωνές
επαναλαμβάνοντας ρυθμικά 
το όνομά του "παν - παν - παν.... με συνέπεια
 οι Πέρσες, ακούγοντάς τον, καταλήφθηκαν
 από πανικό (λέξη που προέρχεται από το όνομα Παν) 
όπου και υποχώρησαν.

Αναφορά του Ισπανού ιστορικού ερευνητή 
και συγγραφέα Pedro Olalla στην αρχ. Λυκόσουρα, 
το Ιερό της Δέσποινας, το Λύκαιο Όρος
 και τον Θεό Πάνα...
Ο Pedro Olalla Gonzalez de la Vega γεννήθηκε
 στην πόλη Οβιέδο της Ισπανίας το 1966, 
όπου παρακολούθησε μαθήματα Φιλολογίας,
 Ιστορίας της Τέχνης και Φιλοσοφίας 
και πήρε το πτυχίο του στη Ρομανική Φιλολογία. 
Το 1994 μετοικεί στην Αθήνα με σκοπό να ασχολείται 
με την έρευνα, τη δημιουργία και τη διδασκαλία
 σε μια χώρα με την οποία διατηρούσε στενή σχέση 
από δέκα χρόνια πριν. 
Υπήρξε καθηγητής Νέων Ελληνικών 
στο Πανεπιστήμιο του Οβιέδο και λέκτορας 
Ισπανικών στο Πανεπιστήμιο Syracuse της Νέας Υόρκης. 
Το 1999 του δόθηκε υποτροφία
 από το Ίδρυμα «Α. Σ. Ωνάσης» για την διεξαγωγή 
των ερευνών σχετικά με την εκπόνηση 
του Μυθολογικού Άτλαντα της Ελλάδας 
(χαρτογράφηση, φωτογράφηση και φιλολογική
 τεκμηρίωση. Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 2002),
 έργο για το οποίο, από το 1995, έχει διανύσει 
πάνω από εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα 
στην Ελλάδα ακολουθώντας τα ίχνη 
των αρχαίων μύθων.
Ανάμεσα στα βιβλία που έχει γράψει είναι 
και το "Ευδαίμων Αρκαδία"...
Η σαγήνη ενός μύθου στον πολιτισμό της Δύσης.......
 



Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news

Ο Ιερός Λόχος των Θηβών – Ancient Assasins [Βίντεο]
 Ο Ιερός Λόχος των Θηβών

Η Θήβα αποτέλεσε μια από τις τρεις πόλεις που μοιράστηκαν την ηγεμονία των Ελλήνων, πριν από την επικράτηση του Φιλίππου της Μακεδονίας. Η ηγεμονία της Θήβας, αν και συντομότερη από αυτή της Σπάρτης και της Αθήνας, γνώρισε μεγάλη δόξα, η οποία συνοδεύτηκε από την άνοδο και την λάμψη δυο εξαιρετικά ικανών ανδρών, οι οποίοι αποτέλεσαν δυο από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής ιστορίας, του Πελοπίδα και του Επαμεινώνδα.

Ωστόσο, στο απόγειο της θηβαϊκής ισχύος, η κυριότερη έκφραση της δύναμης και του μεγαλείου της Βοιωτικής πόλης ήταν ο περίφημος Ιερός Λόχος.

Οργάνωση, τακτική και δράση

Αποτελούσε μια εκ των πιο κορυφαίων πολεμικών μονάδων που έδρασαν στην Αρχαία Ελλάδα, και σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η ίδρυση του αποδίδεται στον Γοργίδα το 379 π.Χ., την εποχή που η Θήβα αποτίναξε την σπαρτιατική κυριαρχία.

Ωστόσο, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μας πληροφορεί για την ύπαρξη της συγκεκριμένης μονάδας ήδη από το 424 π.Χ, κατά την μάχη του Δηλίου, αλλά οι δυο αυτές διαφορετικές εκδοχές ίσως να οφείλονται στο γεγονός ότι ο Γοργίδας απλώς αναδιοργάνωσε το σώμα, έπειτα από την απελευθέρωση της Θήβας. Η οριστική, όμως, ανασύνταξη και αναδιοργάνωση της μονάδας πραγματοποιήθηκε υπό τον Πελοπίδα, αποκτώντας μεγάλη φήμη.

Απαρτιζόταν από τριακόσιους άνδρες, τους πιο εξέχοντες νέους, όλοι καταγόμενοι από αριστοκρατική οικογένεια, οι οποίοι είχαν διακριθεί ιδιαιτέρως στο πεδίο της άθλησης και ειδικότερα στην πάλη.

Ήταν επιλεγμένοι σε εκατόν πενήντα ζεύγη ιερολοχιτών, των οποίων η ενότητα και η συνοχή ως σώμα διασφαλιζόταν με αδιάρρηκτους δεσμούς φιλίας και συντροφικότητας, μειώνοντας έτσι κάθε πιθανότητα εγκατάλειψης την ώρα της μάχης. Βρίσκονταν συνεχώς κάτω από εντατική εκπαίδευση και μονίμως υπό τα όπλα, με δημοσία δαπάνη, αποτελώντας ξακουστό φόβητρο για τους εχθρούς.

Αποτελούσαν σχηματισμό πεζικού πυκνής τάξης, ενώ ο οπλισμός τους ήταν ανώτερος από αυτόν των υπόλοιπων Θηβαίων στρατιωτών. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι για τη δημιουργία του Ιερού Λόχου, αυτής της επίλεκτης μονάδας άρτια εκπαιδευμένων στρατιωτών, προφανέστατα υπήρξε πηγή έμπνευσης η οργάνωση του σπαρτιατικού στρατού, καθώς και το επιτυχημένο σπαρτιατικό δόγμα ότι «ο πόλεμος είναι τέχνη, η οποία αποκτάται με την εκπαίδευση».

Πριν από τις αλλαγές στη δομή και την οργάνωση από τον Πελοπίδα, ο Ιερός Λόχος χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά και μόνο στην πρώτη γραμμή της θηβαϊκής φάλαγγας. Εντούτοις, το συχνό φαινόμενο της διασποράς των ανδρών κατά τη διάρκεια της μάχης αποτελούσε ένα από τα βασικά του μειονεκτήματα, κάτι το οποίο άλλαξε ο Πελοπίδας, μετατρέποντας τον σε μια αδιάσπαστη δύναμη. Επίσης, όσον αφορά στην τοποθέτηση των τριακοσίων αυτών άκρως εκπαιδευμένων στρατιωτών στο πεδίο της μάχης, η επικρατέστερη άποψη αναφέρει ότι βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή της πτέρυγας του Επαμεινώνδα, καλύπτοντας την ολόκληρη ή εν μέρει, με κύριο σκοπό πρώτα την εξόντωση των αντίπαλων βασιλιάδων και στρατηγών.

Ανάμεσα στα πολεμικά επιτεύγματα των ιερολοχιτών, ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συμβολή τους στην μάχη της Τεγύρας, ανακόπτοντας το μεγαλύτερο μέρος της σπαρτιατικής δύναμης. Ωστόσο, καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος τους στην μάχη των Λεύκτρων το 371 π.Χ., όπου επέφεραν κρίσιμη διατάραξη στην επιχειρούμενη κυκλωτική κίνηση των Σπαρτιατών. Οι Σπαρτιάτες νικήθηκαν ξανά, αλλά αυτή τη φορά οι τριακόσιοι επίλεκτοι άνδρες βρίσκονταν υπό την αρχηγία του Επαμεινώνδα.

Αν και η Θηβαϊκή δύναμη ήταν και πάλι μικρότερη σε σύγκριση με τους Λακεδαιμόνιους, ο Επαμεινώνδας με την ιδιοφυή του τακτική, αλλά και με την άρτια εκπαίδευση των ανδρών του, νίκησε σε πλήρη μάχη τον αήττητο, μέχρι πρότινος, σπαρτιατικό στρατό. Σύνταξε τους καλύτερους άνδρες του στρατού του, πενήντα άνδρες σε βάθος, απέναντι στην δεξιά πτέρυγα του αντιπάλου, την οποία κατείχαν οι Σπαρτιάτες, με μόνο δώδεκα άνδρες βάθος, αφήνοντας το κέντρο και την αριστερή πτέρυγα ασθενή, δίνοντας τη διαταγή να παραμείνουν για λίγο άπρακτοι. Η μάχη ξεκίνησε με την εμπλοκή του σπαρτιατικού και θηβαϊκού ιππικού, η οποία έληξε γρήγορα, με την ήττα των Σπαρτιατών.

Ο Πελοπίδας διατάζει την άμεση επίθεση του Ιερού Λόχου, ο οποίος προσκρούει με ακαταμάχητη δύναμη πάνω στον σπαρτιατικό σχηματισμό. Ωστόσο, οι Σπαρτιάτες επέδειξαν γενναία αντίσταση, και στιγμιαία φάνηκαν να υπερτερούν. Όταν, όμως, έπεσαν οι στρατηγοί τους, οι σπαρτιατικές γραμμές δέχτηκαν μεγάλη πίεση, με αποτέλεσμα την αναπόφευκτη διάσπαση τους, παρασύροντας τον υπόλοιπο στρατό πίσω στο σημείο που είχαν στρατοπεδεύσει. Ήδη είχαν σκοτωθεί ο βασιλιάς Κλεόμβροτος, καθώς και άλλοι ανδρείοι αξιωματικοί, ενώ σε σοβαρή συμπλοκή είχαν έρθει μόνο εφτακόσιοι Σπαρτιάτες, από τους οποίους επέζησαν μόνο οι τριακόσιοι.

Ο Ιερός Λόχος παρέμεινε αήττητος για τριάντα πέντε συναπτά έτη, μέχρι την ολοκληρωτική του καταστροφή στη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ., από το Μακεδονικό Ιππικό του Φίλιππου, το οποίο βρισκόταν υπό τη διοίκηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στην περιοχή που έπεσαν νεκροί οι γενναίοι άνδρες του, ανεγέρθηκε προς τιμήν τους ο περίφημος «Λέων της Χαιρώνειας».




Ο Ιερός Λόχος των Θηβών ~ Ancient Assasins από KRASODAD


via
Ειδήσεις, Μουσική, Κινηματογράφος, Ανεξήγητα, Υγεία, Ταξίδια όλα σε ένα site,news
  
Αιγηίς: Ένας πολιτισμός που χάθηκε… άδοξα!


   Πιστεύω πως δεν υπάρχει κανείς, σήμερα, που να μην αποδέχεται ως γεγονός την ύπαρξη πολιτισμού και μάλιστα αρκετά ανεπτυγμένου, στον προϊστορικό χώρο του Αιγαίου. Την περιοχή που είναι γνωστή ως Αιγηίδα.

Συγκεκριμένα όταν άρχισε το τέλος της παγετώδους περιόδου οι πορθμοί που χωρίζουν την Ευρώπη από την Αφρική και την Ασία δεν υπήρχαν αλλά ήσαν στεριές. Όπως η Ιταλία η Σικελία και η Τυνησία ήταν επίσης ενωμένες. Εκεί λοιπόν που σήμερα βρίσκεται η Μεσόγειος ήταν τότε δύο χωριστές θάλασσες που χώριζαν την Μεσόγειο σε ανατολική και δυτική.

Το μεγαλύτερο μέρος που δεν καλυπτόταν από πάγους στην περιοχή της Ευρώπης ήταν η χώρα της Αιγηίδος. Άρχιζε από τα δυτικά των Ιονίων νησιών, που φυσικά δεν ήταν τότε νησιά, περιελάμβανε την ηπειρωτική Ελλάδα, το Αιγαίο που και αυτό δεν ήταν φυσικά θάλασσα, ακόμη, την Μικρά Ασία, την Κρήτη, την Κύπρο και έφθανε έως την Συρία. Την περιοχή αυτή που ονομαζόταν Αιγηίδα ή Αγαιίδα την διέσχιζε ο Αιγαίος ποταμός που ερχόταν από τον Εύξεινο και διέρρεε την μεγάλη πεδιάδα ( Ελλάδας – Μικράς Ασίας) σχημάτιζε μία λίμνη ανατολικά της Εύβοιας και χυνόταν στην ανατολική κλειστή θάλασσα νοτιοδυτικά και νοτιοανατολικά της Κρήτης. Στην ίδια θάλασσα χυνόταν και ο Νείλος αλλά και ο Αδριατικός ποταμός που εξέβαλε βορειοδυτικά της Κέρκυρας. Η χώρα της Αιγηίδος είχε ήπιο κλίμα, άφθονα νερά, μεγάλες και εύφορες πεδινές εκτάσεις.

Αυτή ήταν σε βασικές γραμμές η περιοχή της Αιγηίδος και φυσικά οι άνθρωποι που βρίσκονταν εκεί είναι λογικό πως κάτω από τόσο ευνοϊκές συνθήκες να είχαν την καλύτερη εξέλιξη που μπορεί να πιθανολογήσει ο οποιοσδήποτε ερευνητής. Το ίδιο και η περιοχή παρουσίασε την μεγαλύτερη και αξιολογότερη ανάπτυξη και έτσι έγινε η ουσιαστική κοιτίδα του ανθρώπινου πολιτισμού,μέχρι που ήρθε το λιώσιμο των πάγων με όλα τα δυσμενή έως και απόλυτα καταστροφικά αποτελέσματα για ολόκληρη δυστυχώς την χώρα της Αιγηίδος.

Ακόμη λοιπόν το ίδιο πιστεύω, ότι και μετά το λιώσιμο των πάγων και το πλημμύρισμα της περιοχής με τα νερά που εισέβαλαν από την ευρύτερη περιοχή των Ηρακλείων στηλών, σημερινό Γιβραλτάρ, η καταστροφή ήταν γενικευμένη.

Έτσι έχουμε ξαφνικά ένα φυσικό φαινόμενο (;), που επιφέρει τον πανικό και στην συνέχεια την καταστροφή του τότε κόσμου, κάτω μάλιστα από συνθήκες που δεν επέτρεπαν καμία αντίδραση, εφ’ όσον η χρονική διάρκεια των πλημμύρων ήταν τόσο μικρή που τίποτα δεν μπορούσε να γίνει προς την σωτηρία.

Ο άνθρωπος της περιοχής της Αιγηίδος βρίσκεται κατατρεγμένος από την ίδια την φύση και την μανία της και παραδίδεται σ’ αυτή χωρίς καμία απολύτως αντίδραση! Να συμπληρώσουμε πως τα ευρήματα του γνωστού καθηγητού κ. Άρη Πουλιανού, μάλιστα δε τα οστά του αρχανθρώπου στο σπήλαιο των Πετραλώνων της Χαλκιδικής, έφεραν στο φως μέσα από τις έρευνες που έγιναν σ’ αυτά, συμπεράσματα που ανέδειξαν ότι οι τότε άνθρωποι όχι μόνο ήσαν στο επίπεδο του εχέφρονος άρα εξελιγμένου ανθρώπου αλλά βρίσκονταν σε αρκετά ικανοποιητικό , για να μην πω πάρα πολύ ικανοποιητικό και φανεί υπερβολή, εξελικτικό στάδιο. Και να σημειώσουμε πως γίνεται λόγος για τουλάχιστον 800- 900 χιλιάδες χρόνια π.Χ.

slide_1 

Αν σώθηκαν κάποιοι; Ναι, σίγουρα κάποιοι σώθηκαν… Οι άνθρωποι που κατοικούσαν σε πολύ ψηλές περιοχές, εκείνοι που στην ουσία όπως πάντα συμβαίνει έως και τις ημέρες μας, δεν είχαν την αμεσότητα του πολιτισμού στον βαθμό που λογικά είχαν οι κατοικούντες τις πεδινές περιοχές. Έτσι η Αιγηίδα με τις τρεις λίμνες της ξαφνικά μετατρέπεται σε μία λεκάνη που γεμίζει από άκρη σε άκρη με τα νερά του Ατλαντικού Ωκεανού, δημιουργώντας την Μεσόγειο θάλασσα και το Αιγαίο Πέλαγος.

Εδώ να σημειώσουμε πως υπάρχουν θεωρίες οι οποίες αναφέρονται στην μυθική Ατλαντίδα, την οποία καθόλου μυθική δεν μας παρουσιάζει ο Πλάτων στα βιβλία του Τίμαιος- Κριτίας, και η οποία θεωρία θέλει άμεσους «αυτουργούς» τους κατοικούντες την μεγάλη νήσο, με τον τεράστιο πολιτισμό, που βεβαίως άνθρωποι τον είχαν δημιουργήσει και φυσικά ανθρώπινα και τα χαρακτηριστικά του… Δηλαδή με λίγα λόγια οι ανθρώπινες αδυναμίες δεν άφησαν τα περιθώρια ούτε και σε εκείνο τον τεράστια προηγμένο πολιτισμό να έχει την θετική μορφή που θα μπορούσε να είχε, αλλά η αλαζονεία της εξουσίας του δυνατού έπαιξε και εδώ τον πρωταρχικό της ρόλο.

Η σύγκρουση με τους Έλληνες, τους Αθηναίους όπως λέει ο ιερέας της Σαίδος στον Σόλωνα ήταν εκείνη που ναι μεν ανέκρουσε την κατακτητική πορεία των Ατλάντιων αλλά είχε και τα ανάλογα αποτελέσματα… Γιατί όταν δύο υψηλοί πολιτισμοί συγκρούονται ένα είναι το σίγουρο αποτέλεσμα. Η καταστροφή!

Η χρήση των υπερόπλων από τους Ατλάντιους αλλά και τους Αθηναίους, οι οποίοι μην ξεχνάμε ότι ήταν και οι μεταδόσαντες τον πολιτισμό στην Ατλαντίδα την οποία και εποίκησαν καταστήσαντες αυτήν κάτι σαν την σημερινή Αμερική, η χρήση αυτή λοιπόν ήταν και το καθοριστικό σημείο για την επικείμενη καταστροφή. Και να σας πω κάτι; Λογικό μου φαίνεται να συνέβη κάτι παρόμοιο γιατί αλλιώς δεν μπορεί να εξηγηθεί όχι μόνο το αιφνίδιο της καταστροφής αλλά και η μικρή χρονική διάρκεια αυτής που δεν επέτρεψε καμία αντίδραση στους πληγέντες. Αλλά ακόμη και το μαζικό αυτής. Καθότι σχεδόν ολόκληρος ο τότε γνωστός κόσμος επλήγει ολοκληρωτικά!

Το λιώσιμο των πάγων και η διείσδυσή των υδάτων τους στην Αιγηίδα είχε ως αποτέλεσμα και άλλες μεταβολές πάνω στον πλανήτη. Κυρίως την δημιουργία του Ρεύματος του Κόλπου, ( Γκολφ Στρήμ), το οποίο μετέφερε θερμά ρεύματα και είχε μετέπειτα ως αποτέλεσμα την δημιουργία περιοχών σε κατοικημένες κάτι που πριν δεν υφίστατο αφού αποτελούσαν παγωμένες εκτάσεις.

Η καταστροφή όπως και να ήταν η πραγματικότητα είναι δεδομένη και η ερήμωση επίσης. Ποιοι έμειναν; Οι βοσκοί και αγράμματοι στα βουνά που σαν παραμύθι, κατά κάποιο τρόπο κράτησαν στο μυαλό έναν πολιτισμό που κάποτε υπήρξε. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι στην μνήμη των προγόνων μας υπήρξαν όχι μόνο ένας αλλά τρεις κατακλυσμοί! Του Ωγύγου του Δαρδάνου και του Δευκαλίωνα.

Βέβαια αυτός ο τελευταίος είναι από τους πλέον σημαντικούς καθότι οι καταστροφές άλλαξαν ριζικά μια πολύ μεγάλη περιοχή, όπως ήταν αυτή της Αιγηίδος και για τον λόγο αυτό έμεινε στην θύμηση ως το γεγονός που σημάδεψε την ιστορία ενός τόπου και ενός ολόκληρου πολιτισμού. Και όπως προαναφέραμε οι θύμησες αυτές δεν θα μπορούσαν από εκείνους που σώθηκαν να έχουν άλλη μορφή από εκείνη της προφορικής παράδοσης που άγγιζε τα όρια του μύθου.

Έναν μύθο που μέσα στα χρόνια που περνούσαν όλο και περισσότερο έπαιρνε την θέση του στο αποκλειστικό χώρο της λαϊκής μυθολογίας μόνο και μόνο για να το διηγούνται στα εγγόνια τους που έμελλε να έρθουν σε έναν κόσμο ο οποίος για ακόμη μία φορά θα έψαχνε να βρει και πάλι τον δρόμο προς τα …επάνω…


via